GIN time! Αυτό το αρωματικό ποτό με τη μοναδική του γεύση, είναι το τέλειο ποτό για κατανάλωση τους ζεστούς μήνες του καλοκαιριού!
Πόσα όμως γνωρίζετε πραγματικά για το gin?
Το όνομα gin προέρχεται από τις λέξεις genever (στα αγγλικά), genièvre (στα γαλλικά) και jenever (στα ολλανδικά), οι οποίες είναι παράγωγα της λατινικής λέξης juniperus, που σημαίνει άρκευθος.
Το gin είναι ένα διαυγές, αποσταγμένο αλκοόλ με κυρίαρχες βοτανικές γεύσεις αρκεύθου, λουλουδιών, φρέσκων και αποξηραμένων φρούτων. Προήλθε από την Ολλανδία, όταν ο Franciscus Sylvius, ένας Ολλανδός γιατρός, δημιούργησε το genever ως φάρμακο κατά τον 16ο αιώνα, χρησιμοποιώντας μούρα αρκεύθου στη διαδικασία απόσταξης. Σκοπός ήταν η βελτίωση του κυκλοφορικού συστήματος αλλά και η καταπολέμηση παθήσεων που βρίσκονταν σε έξαρση εκείνη την περίοδο. Δινόταν επίσης σε Ολλανδούς στρατιώτες και είχε μείνει ως το γιατρικό με την ονομασία το ‘Ολλανδικό Θάρρος’.
Το gin ήταν δημοφιλές λόγω του πόσο εύκολο ήταν να δημιουργηθεί, ωστόσο η κατασκευή του, δεν ήταν και πάντα τόσο ΄καθαρή΄ υπόθεση. Το έφτιαχναν ακόμη και σε μπανιέρες, χρησιμοποιώντας φθηνό αλκοόλ ενώ η προφανής έλλειψη κανονισμών υγιεινής, οδήγησε σε πολλές ασθένειες ακόμα και σε θανάτους.
Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, προσπαθούσαν να το αναμείξουν και με άλλα συστατικά ώστε να το κάνουν ένα πιο ‘καθαρό’ ποτό. Έτσι λοιπόν, το gin σήμερα, διακρίνεται για την καθαρότητα και τη γεύση του ενώ θα το βρείτε μέσα σε μια ποικιλία από διαφορετικά κοκτέιλ, κάποια εκ των οποίων είναι το Gin Martini, το Negroni, το French 75, αλλά και το Long Island.
Οι τύποι του Gin
Υπάρχουν δύο τύποι gin που είναι και οι πιο διαδεδομένοι. Το αποσταγμένο gin, που παρασκευάζεται με απόσταξη πολτού ή βάσης αλκοόλης και έχει υποστεί ζύμωση, παρόμοια με την παραγωγή μπράντι ή ουίσκι. Το επαναποσταγμένο gin παρασκευάζεται από τη δεύτερη απόσταξη ουδέτερου οινοπνεύματος. Και οι δύο τύποι παίρνουν τη γεύση τους, μέσω μιας έγχυσης φρέσκων ή αποξηραμένων μούρων αρκεύθου και άλλων βοτανικών συστατικών. Υπάρχει κι ένας τρίτος, λιγότερο κοινός (και φθηνότερος) τύπος, που είναι το σύνθετο gin, το οποίο αναμειγνύει ουδέτερο απόσταγμα με εκχύλισμα ή αποστάγματα μούρων αρκεύθου για να αποκτήσει γεύση.
Εκτός από τις τρεις ταξινομήσεις, υπάρχουν και πολλά άλλα δημοφιλή gin:
Το London Dry gin είναι το πιο παραδοσιακό και το σημείο αναφοράς για ποιοτικό gin. Είναι συνήθως ελαφρύ, πολύ αρωματικό και ξηρό και με πολύ έντονη νότα αρκεύθου. Δεν μπορούν να προστεθούν τεχνητά αρώματα ή βοτανικά μετά τη διαδικασία της απόσταξης.
Το Plymouth gin είναι ένα πιο ελαφρύ και με πιο εσπεριδοειδές στυλ που προέρχεται από το λιμάνι του Plymouth στη Μάγχη. Σήμερα, μόνο ένας αποστακτήρας έχει το δικαίωμα να το παράγει, το Plymouth, Coates & Co.
Το Old Tom gin, το οποίο περιλαμβάνεται περισσότερο στο κοκτέιλ Tom Collins, είναι μια πιο γλυκιά εκδοχή που περιλαμβάνει απλό σιρόπι ή μερικές φορές γλυκόριζα, πριν από την απόσταξη.
Πώς φτιάχνεται το Gin
Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ απεσταγμένου gin και επαναποσταγμένου gin, βρίσκεται στη βασική αλκοόλη. Ο άρκευθος και οι βοτανικές γεύσεις εμποτίζονται στο απόσταγμα χρησιμοποιώντας μία από τις δύο μεθόδους.
Στην πρώτη μέθοδο αποστάζεται η αλκοόλη που έχει υποστεί ζύμωση χαμηλότερης περιεκτικότητας σε ABV και η οποία μπορεί να προέρχεται από δημητριακά, ζαχαρότευτλα, πατάτες, ζαχαροκάλαμο ή σταφύλια. Στη συνέχεια τα βοτανικά συστατικά εμποτίζονται και/ή βράζονται απευθείας στη βασική αλκοόλη.
Από την άλλη μεριά, το επαναποσταγμένο gin, χρησιμοποιεί ως βάση ένα ήδη αποσταγμένο αλκοόλ (συνήθως σιτάρι). Τα βοτανικά αιωρούνται πάνω από το ποτό και προσδίδουν τη γεύση και τα αρώματά τους μέσω της έγχυσης ατμού.
Το μέλλον του gin φαίνεται λαμπρό καθώς από την αρχή της πανδημίας, το gin είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη κατηγορία οινοπνευματωδών ποτών.
Πηγές: vinepair.com & liquor.com